Η συνεχιζόμενη διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση, η πτώση της αξίας του δολαρίου έναντι του Ευρώ και το υψηλό δημόσιο χρέος των ΗΠΑ, έφεραν στο προσκήνιο προς συζήτηση το κατά πόσον το δολάριο μπορεί να συνεχίσει να είναι διεθνές μέσο συναλλαγής και κυρίως αποθεματικό νόμισμα για τις κεντρικές τράπεζες των χωρών του κόσμου μας. Τον ρόλο αυτό το δολάριο τον έχει επωμιστεί από το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου και μέχρι σήμερα και αναμφισβητήτως με μεγάλη επιτυχία που στηρίχτηκε στην ακμάζουσα αμερικανική οικονομία –μέχρι την πρόσφατη κρίση που κατά τα φαινόμενα θα ξεπεραστεί το προσεχές έτος- και ειδικά στην παραγωγή τεραστίων ποσοτήτων αγροτικών, κτηνοτροφικών και βιομηχανικών προϊόντων, καθώς και αντικειμένων προηγμένης τεχνολογίας, οπλικών συστημάτων και πολλών άλλων προϊόντων που καμία άλλη χώρα δεν παράγει ή κατασκευάζει σε όμοιες ποσότητες και ποιότητες, καθώς και το γεγονός ότι οι ΗΠΑ ήταν και είναι μία υπερδύναμη και στον στρατιωτικό τομέα και επομένως επηρεάζει τις πολιτικές των άλλων χωρών, ή και επιβάλλει τις απόψεις και τις θελήσεις της σε διεθνή κλίμακα.
Το τεράστιο δημόσιο χρέος των ΗΠΑ επηρέασε πτωτικά τα τελευταία χρόνια την εσωτερική αξία του δολαρίου έναντι του Ευρώ και άλλων νομισμάτων, χωρίς ωστόσο να θιγεί η ηγεμονική θέση του στην παγκόσμια οικονομία και να παύσει να αποτελεί νόμισμα – απόθεμα για όλες σχεδόν τις χώρες, όπως παλαιά ήταν ο χρυσός, όταν ίσχυε ο χρυσούς κανών. Βέβαια χρυσό και δευτερευόντως άργυρο ως απόθεμα διαθέτουν οι ΗΠΑ και σχεδόν όλες οι προηγμένες οικονομίες, αλλά το βασικό απόθεμά τους είναι τα δολάρια, καθώς και τα ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου, εκπεφρασμένα σε δολάρια. Πρόσφατα μάλιστα η Κίνα που είναι κάτοχος δύο τρισεκατομμυρίων δολαρίων σε χαρτονομίσματα και ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου, ζήτησε από τις ΗΠΑ να διαβεβαιώσουν ότι εγγυώνται τα ομόλογα έκδοσής τους, πράγμα που έγινε.
Το νόμισμα που θα διαδεχθεί ίσως κάποτε το δολάριο, θα πρέπει να είναι νόμισμα μιας πανίσχυρης οικονομικά και στρατιωτικά χώρας. Τέτοια χώρα είναι η ΗΠΑ. Η Ρωσία ως κάτοχος του πυρηνικού οπλοστασίου της Σοβιετικής Ένωσης, προβάλλει ως υπερδύναμη, αλλά υπολείπεται ακόμη στον οικονομικό τομέα, παρά την εκμετάλλευση των ενεργειακών αποθεμάτων- πετρέλαιο, φυσικό αέριο.
Η Κίνα υστερεί και αυτή στον οικονομικό τομέα, παρά την δυναμική ανάπτυξη της οικονομίας της σε όλους τους τομείς. Υπάρχουν ακόμη αγροτικές περιοχές στην αχανή αυτή χώρα, που βρίσκονται σε πρωτόγονη κατάσταση. Άλλωστε πολλά προϊόντα της και κυρίως βιομηχανικά είναι χαμηλής ποιότητας.
Οι λοιπές ανερχόμενες στον οικονομικό τομέα χώρες, όπως η Ινδία, η Βραζιλία, η Ν. Αφρική, ακόμα δεν έχουν ολοκληρώσει την οικονομική τους ανάπτυξη και δεν διαθέτουν προς το παρόν στρατιωτική ισχύ.
Η Ιαπωνία που είναι πραγματικά ισχυρή οικονομική δύναμη, υστερεί ηθελημένα στον στρατιωτικό τομέα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση τέλος με το Ευρώ των 16 χωρών της, δεν μπορεί να διεκδικήσει ηγεμονική θέση, γιατί είναι προς το παρόν μια μεγάλη ελεύθερη αγορά. Αν προχωρήσει στην πολιτική ενοποίησή της, τότε θα μπορέσει ως μια ισχυρή ομοσπονδία κρατών να καταστεί υπερδύναμη, οικονομική και στρατιωτική και να επιβάλει το ευρώ, στη θέση του δολαρίου. Μια τέτοια αλλαγή θα χρειαστεί έως και πενήντα χρόνια.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΠΟΚΟΒΟΣ, εκπρόσωπος του wif.gr